Πανδαρέῳ

Πανδαρέῳ
Πάνδαρος
masc/neut dat sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • αηδών — Μυθολογικό πρόσωπο. Κόρη του Πανδάρεω, γιου του Μέροπα και σύζυγος του βασιλιά Ζήθου, από τον οποίο απέκτησε τον Ίτυλο. Φθονούσε την αδελφή της Νιόβη, που είχε 6 γιους και 6 κόρες, και μια μέρα αποπειράθηκε να σκοτώσει το μεγαλύτερο αγόρι, τον… …   Dictionary of Greek

  • Κλυτία — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Ωκεανίδα, που ερωτεύτηκε τον Ήλιο. Εκείνος, όμως, προτίμησε την αδελφή της, Λευκοθέα, και μεταμόρφωσε την Κ. στο άνθος ηλιοτρόπιο, που στρέφει διαρκώς τη στεφάνη του προς τον Ήλιο. 2. Κόρη του Πανδάρεω και αδελφή… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”